τάβανος

τάβανος
τάβανος, ο και ντάβανος, ο
(λ. ιταλ.), είδος μεγάλης μύγας, αλογόμυγα: Μη μ' ενοχλείς σαν ντάβανος.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τάβανος — Oνομασία εντόμων της οικογένειας των ταβανιδών, της τάξης των διπτέρων. Ένα από τα γνωστότερα είδη είναι ο τ. των βοδιών (tabanus bovinus), διαδεδομένος στην Ευρώπη, στη βόρεια Αφρική και σε εκτεταμένες περιοχές της Ασίας. Έχει μήκος 2 2½ εκ. και …   Dictionary of Greek

  • χαμηλοτάβανος — η, ο, Ν αυτός που έχει χαμηλή οροφή («ένα χαμηλοτάβανο σπίτι»). [ΕΤΥΜΟΛ. < χαμηλός + τάβανος (< ταβάνι), πρβλ. ψηλο τάβανος] …   Dictionary of Greek

  • ντάβανος — και τάβανος, ο ζωολ. οίστρος, έντομο που μοιάζει με μεγάλη μύγα και τρέφεται και γεννά τα αβγά του ως παράσιτο μέσα ή επάνω στο σώμα ορισμένων χορτοφάγων ζώων, αλλ. αλογόμυγα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. tabano < λατ. tabanus «μεγάλη μύγα, αλογόμυγα»] …   Dictionary of Greek

  • έντομα — Ζώα ασπόνδυλα που αποτελούν ομοταξία των αρθροπόδων. Περίπου από το ένα εκατομμύριο ζωικών ειδών, που είναι σήμερα γνωστά και έχουν ταξινομηθεί, γύρω στα 750.000 είναι έ., από τα οποία τα 300.000 είναι κολεόπτερα και τα 150.000 λεπιδόπτερα. Το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”